Η κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών δεν είναι μια υπόθεση της σύγχρονης κοινωνίας μόνο. Είναι μια συνήθεια τόσο παλιά, όσο και η κοινωνική ζωή των ανθρώπων. Η κατανάλωση χαμηλών ποσοτήτων οινοπνευματωδών ποτών συνήθως δεν προκαλεί ιδιαίτερα προβλήματα. Τα προβλήματα προκύπτουν από τη στιγμή που υπάρχει εξάρτηση ενός ατόμου από το αλκοόλ, η οποία δεν διαφέρει από την εξάρτηση που μπορεί να έχει ένα άτομο από ναρκωτικές ουσίες. Ωστόσο, δεν κινδυνεύουν μόνο τα άτομα που παρουσιάζουν εξάρτηση από αλκοόλ, αλλά και οι λεγόμενοι κοινωνικοί πότες, εφ’ όσον η καθημερινή κατανάλωσή τους ξεπερνάει κάποια όρια.
Πότε όμως χρησιμοποιείται ο όρος «εξάρτηση από αλκοόλ»;
Σύμφωνα με την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία, η εξάρτηση από αλκοόλ συνιστά έναν παθολογικό τύπο χρήσης οινοπνεύματος που οδηγεί σε κλινικά σημαντική έκπτωση του ατόμου ή δυσφορία και εκδηλώνεται με 3 ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα, τα οποία συμβαίνουν οποτεδήποτε σε μια 12μηνη περίοδο:
1. Ανοχή: ανάγκη για σαφώς αυξανόμενες ποσότητες αλκοόλ προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα ή τοξίκωση ή σαφώς μειωμένο αποτέλεσμα με τη συνέχιση της χρήσης της ίδιας ποσότητας αλκοόλ.
2. Στέρηση: χαρακτηριστικό στερητικό σύνδρομο για το αλκοόλ ή λαμβάνεται η ίδια ουσία για την ανακούφιση ή αποφυγή στερητικών συμπτωμάτων.
3. Το αλκοόλ συχνά λαμβάνεται σε μεγαλύτερες ποσότητες ή για μεγαλύτερες περιόδους παρά την αντίθετη πρόθεση του ατόμου.
4. Υπάρχει επίμονη επιθυμία ή ανεπιτυχείς προσπάθειες να διακοπεί ή να ελεγχθεί η χρήση του αλκοόλ.
5. Ένα μεγάλο μέρος δαπανάται για δραστηριότητες απαραίτητες για την απόκτηση, τη χρήση ή την ανάνηψη από την δράση του αλκοόλ.
6. Περιορισμός σημαντικών κοινωνικών, επαγγελματικών και ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων εξαιτίας της χρήσης αλκοόλ.
7. Συνέχιση της χρήσης του αλκοόλ παρόλη την επίγνωση της ύπαρξης μόνιμου ή υποτροπιάζοντος σωματικού ή ψυχολογικού προβλήματος, το οποίο μπορεί να προκληθεί ή να επιδεινωθεί από το αλκοόλ.
Ο αλκοολισμός δεν πρέπει να θεωρείται συνώνυμος με την εμφάνιση σωματικής εξάρτησης από το αλκοόλ. Έρευνες έχουν δείξει ότι οι περισσότεροι ασθενείς που πάσχουν από εξάρτηση από το αλκοόλ δεν είναι και σωματικά εξαρτημένοι. Ο αλκοολισμός αποτελεί ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα, με σοβαρές επιπτώσεις στη σωματική και τη ψυχική υγεία του ατόμου. Βιολογικοί, γενετικοί, κοινωνικοί και ψυχολογικοί παράγοντες αλληλοεπιδρούν στην εμφάνιση και στην εξέλιξη του, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και το προηγούμενο ψυχιατρικό ιστορικό του ατόμου, καθώς και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του.
Αλκοολισμός και ψυχική υγεία
Η συννονοσηρότητα εξάρτησης από το αλκοόλ και ψυχιατρικής συμπτωματολογίας εμφανίζεται σε ποσοστό 27%, πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό του γενικού πληθυσμού. Η έννοια της συννοσηρότητας αναφέρεται σε ψυχικές και ψυχιατρικές δυσλειτουργίες, οι οποίες είτε προϋπάρχουν της χρήσης του αλκοόλ, είτε έπονται, επηρεάζοντας με αυτόν τον τρόπο την πορεία και τη θεραπευτική προοπτική του ασθενούς. Η συννοσηρότητα αυτή περιλαμβάνει πιο συχνά διαταραχές προσωπικότητας (σε ποσοστά 50-80% κυρίως αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας στους αλκοολικούς άνδρες, ενώ έπονται η οριακή και η σχιζοειδής διαταραχή προσωπικότητας), μείζονα καταθλιπτική διαταραχή (σε ποσοστό 30-40%, πιο συχνή στις αλκοολικές γυναίκες), αγχώδεις διαταραχές (σε ποσοστό 25-50%) και σχιζοφρένεια (σε ποσοστό 10-40%). Μια πιθανή ερμηνεία της αυξημένης συννοσηρότητας είναι η προσφυγή στη χρήση αλκοόλ από ασθενείς με διαγνωσμένη ψυχιατρική διαταραχή, με στόχο την ανακούφιση από τα επώδυνα ψυχιατρικά συμπτώματα και κυρίως από το άγχος.
Ποιες είναι οι συνέπειες της εξάρτησης από το αλκοόλ;
Όσο αυξάνεται η ποσότητα και η συχνότητα του αλκοόλ που καταναλώνετε, τόσο αυξάνονται και οι κίνδυνοι. Οι συνέπειες/ επιπτώσεις της εξάρτησης από το αλκοόλ είναι:
· Αφυδάτωση
· Διαταραχές πεπτικού συστήματος (γαστρίτιδα, αιμορραγίες, έλκη)
· Υψηλή αρτηριακή πίεση και καρδιαγγειακές βλάβες
· Αιματολογικές διαταραχές και έλλειψη βιταμινών
· Σεξουαλικές διαταραχές
· Νευρολογικές διαταραχές
· Ψυχιατρικές διαταραχές
· Ηπατικές βλάβες (κίρρωση, ηπατίτιδα, καρκίνος ήπατος)
· Χρόνια παγκρεατίτιδα και καρκίνος του παγκρέατος
· Καρκίνος στόματος, λάρυγγα και οισοφάγου
· Αυξημένη αυτοκτονικότητα (10-15% στους χρόνιους χρήστες)
· Εργασιακά προβλήματα
· Οικογενειακά προβλήματα και διαπροσωπική βία
· Τροχαία ατυχήματα
Ποια είναι η ποσότητα αλκοόλ που αξιολογείται ως «ασφαλής»;
Προκειμένου να κατανοήσουμε πιο συγκεκριμένα την ποσότητα του αλκοόλ που αξιολογείται ως ασφαλής έχει εισαχθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η έννοια της «μονάδας αλκοόλ». Στην Ελλάδα, μια μονάδα αλκοόλ ισούται με 10gr καθαρής αιθυλικής αλκοόλης και αντιστοιχεί περίπου σε:
· ½ ποτήρι μπύρα (250ml/ 5%vol) ή
· 1 ποτήρι κρασί (100ml/ 12%vol) ή
· 1 ποτήρι ουίσκι ή βότκα (30ml/ 40%vol) ή
· 1 μικρό ποτήρι ούζο (30ml/ 40%vol)
Για τους άνδρες ασφαλές όριο θεωρείται ως 21 μονάδες/εβδομάδα και έως 4 μονάδες/ημέρα, ενώ για τις γυναίκες 14 μονάδες/ εβδομάδα και έως 3 μονάδες/ ημέρα. Παρ’ όλα αυτά, η αντίδραση του κάθε ατόμου στο αλκοόλ ποικίλλει και ακόμη και η ασφαλής κατανάλωσή του θα πρέπει να αποφεύγεται αν οδηγείτε ή χειρίζεστε μηχανήματα, αν είστε έγκυος ή θηλάζετε, αν λαμβάνετε συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή, αν υποφέρετε από συγκεκριμένες χρόνιες παθήσεις και αν δεν μπορείτε να ελέγξετε την ποσότητα που πίνετε.
Θεραπεία του αλκοολισμού
Η απεξάρτηση από το αλκοόλ είναι μια δύσκολη, πολυεπίπεδη διαδικασία και χρήζει αντιμετώπισης από εξειδικευμένους ειδικούς ψυχικής υγείας, τόσο για το ίδιο το άτομο, όσο και για τα μέλη της οικογένειάς του. Το είδος της θεραπείας ποικίλλει ανάλογα με τις ανάγκες του ατόμου και την σοβαρότητα του εθισμού του. Σε επίπεδο πρόληψης αξίζει να σημειώσουμε ότι το 2010 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας επικύρωσε μια παγκόσμια στρατηγική για τη μείωση της βλαπτικής χρήσης του οινοπνεύματος, συμπεριλαμβάνοντας μέτρα που θεωρείται ότι παίζουν έναν καθοριστικό ρόλο στον αγώνα αυτό. Ένα από τα πιο σημαντικά μέτρα είναι η αύξηση της ευαισθητοποίησης και της ενημέρωσης του πληθυσμού για τις γενικότερες επιπτώσεις της κατανάλωσης αλκοόλ μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα αγωγής υγείας που ξεκινούν από την παιδική ηλικία και συνεχίζονται μέχρι την εφηβεία.
Παναγιώτα Τούμπα
Κλινική ψυχολόγος
Comments